Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΡΜΟΥΠΟΛΗΣ – ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ _ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΡΜΟΥΠΟΛΗ – ΕΜΙΓΓΡΕΔΕΣ ΚΑΙ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ – ΥΠΕΡΣΠΑΝΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΕΡΜΟΥΠΟΛΕΩΣ ΣΥΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ.
ΣΥΡΟΣ – Νεοελληνική περίοδος 1821-1913
Η Πόλη των Προσφύγων
Καλημέρα σας. Όπως σας είχα υποσχεθεί σας αναρτώ σήμερα το δεύτερο μέρος της ιστορίας της προσφυγιάς στην Ερμούπολη κατά την περίοδο από την Επανάσταση του 21 ως το 1913, Με Αρκετά άγνωστα στοιχεία και μερικές επίσης πολύ σημαντικές και άγνωστες λεπτομέρειες
Με το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης το 1821, οι Συριανοί κράτησαν ουδέτερη στάση. Η καταστροφή όμως της Χίου το 1822, αλλά και οι διώξεις των Ελλήνων στη Σάμο, τη Σμύρνη, τις Κυδωνιές (Αϊβαλί), τη Ρόδο, τα Ψαρά και την Κάσο προκάλεσαν ένα μαζικό προσφυγικό κύμα στη Σύρο. Οι πρόσφυγες βρήκαν στη Σύρο σχετική ασφάλεια λόγω των προνομίων που είχε παραχωρήσει η Πύλη στο νησί αλλά και φυσικά χαρίσματα, όπως το μεγάλο, ασφαλές από τους ανέμους λιμάνι.
Εδώ κατέφυγαν ήδη κατά τη διάρκεια τ ου 1821 οι πρώτοι πρόσφυγες από τη Σμύρνη και τις Κυδωνιές, όταν άρχισαν εκεί οι διωγμοί των Ελλήνων, αλλά και από τη Χίο πριν από την καταστροφή του 1822. Στεγάστηκαν από τους ντόπιους στην Άνω Σύρο, στα σπίτια και στις εκκλησίες καθώς όμως πλήθαιναν, με νέες αφίξεις από Μικρασία, Ρόδο, Κρήτη, Σάμο, άρχισαν να καταλαμβάνουν τα σοκάκια. Την ημέρα κατέβαιναν να εργαστούν στο λιμάνι, όπου η κίνηση αυξανόταν, καθώς και οι δύο εμπόλεμοι σεβάστηκαν σιωπηρώς την ουδετερότητα του νησιού -ένα είδος Ελβετίας της εποχής.
Η καταστροφή της Χίου τον Απρίλιο του 1822, οι διωγμοί και οι σφαγές του άμαχου πληθυσμού της, οδήγησαν απότομα στην προσφυγιά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Πολλοί κατέφυγαν αρχικά σε άλλα νησιά (Μύκονο, Άνδρο, Κέα, Μήλο) και ιδίως στη γειτονική Τήνο.
Οι περισσότεροι κατέληξαν στη Σύρα, γιατί πρόσφερε ασφάλεια, βρισκόταν σε κεντρική θέση και διέθετε καλό φυσικό λιμάνι. Οι οξυδερκείς Χίοι έμποροι πολύ γρήγορα αναδιοργάνωσαν τα δίκτυα τους με επίκεντρο τη Σύρα. Στις αρχές του 1823 διεξαγόταν ήδη «αδιάκοπων εμπόριον» στο λιμάνι. Το 1824, η καταστροφή των Ψαρών, η κατάληψη της Κάσου και η καταστολή της εξέγερσης στην Κρήτη έστειλαν νέο κύμα προσφύγων.
Τον Μάιο του 1823, η Σύρος περιελήφθη για πρώτη φορά στη νέα διοικητική διαίρεση των νήσων του Αιγαίου που θεσμοθέτησαν οι αρχές της Επανάστασης, για να αποτελέσει μία επαρχία μαζί με τη Μύκονο. Ο πρώτος Έπαρχος Μυκόνου-Σύρου, ο Αλέξανδρος Αξιώτης, κατέφθασε στο νησί τον Ιούλιο του 1823, ενώ λίγο νωρίτερα είχε αφιχθεί ο πρώτος διορισμένος λιμενάρχης Σύρου, ο Θεοχάρης Παπαντωνίου. Ωστόσο ή επιβολή των αρχών του νέου κράτους στο νησί δεν υπήρξε εύκολη υπόθεση. Οι ντόπιοι Συριανοί ήθελαν να διαφυλάξουν την ουδετερότητα τους ενώ οι έμποροι-πρόσφυγες δεν επιθυμούσαν κανέναν περιορισμό ή φορολογική επιβάρυνση στις επιχειρήσεις τους, μολονότι η Σύρος ενίσχυσε οικονομικά την Επανάσταση, με φόρους, τελωνειακούς δασμούς και υποχρεωτικούς εράνους. Ελάχιστες οικοδομές υπήρχαν στο λιμάνι, όταν έφτασαν οι πρώτοι πρόσφυγες: ο οικίσκος του υγειονομείου, δυο-τρεις πρόχειρες αποθήκες, ένα καφενείο και μια «λοκάντα» (πανδοχείο). Εκείνη την περίοδο 1821-1822 ορισμένοι εύποροι Συριανοί έχτισαν τα πρώτα σπίτια εκεί που σήμερα βρίσκεται η Ερμούπολη. Οι πρόσφυγες, που δεν θεώρησαν εξαρχής μόνιμη τη διαμονή τους στο νησί, εγκαταστάθηκαν σε σκηνές και ξύλινα παραπήγματα. Ωστόσο, το 1824 έχτισαν την πρώτη εκκλησία (τη Μεταμόρφωση του Σωτήρος), λιθόκτιστες οικοδομές στα πιο στέρεα σημεία του εδάφους, ενώ τα σπίτια άρχισαν να σκαρφαλώνουν στις πλαγιές οργανώνοντας τις συνοικίες των συντοπιτών (Βροντάδο Χίος, Ψαριανά, Υδραίικα). Πολύ γρήγορα δημιουργήθηκε στους πρόποδες της Άνω Σύρου ένα αστικό θαύμα: Μια πόλη γεμάτη ζωή και πλούσια κτίρια υψώθηκε μέσα σε ελάχιστο χρόνο, εκεί που νωρίτερα υπήρχε άγονο έδαφος και μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού χαμόσπιτα και αποθήκες. Σύμφωνα με μαρτυρία, στο τέλος του 1825 υπήρχαν 1.700 καλύβες.
Στο μεταξύ η κίνηση του λιμανιού αυξανόταν ραγδαία, με τη διακίνηση φορτίων σίτου για την τροφοδοσία και των δύο εμπολέμων, αλλά και πολεμοφοδίων, την εκποίηση λειών πολέμου αλλά και πειρατικών λαφύρων, την εξαγορά αιχμαλώτων αλλά και το δουλεμπόριο, τη ναύλωση και αγοραπωλησία καραβιών και τη συγκέντρωση ειδήσεων από τα διερχόμενα πλοία.
Το 1828, στην πρώτη (ατελή) καταμέτρηση του πληθυσμού, οι κάτοικοι της Ερμούπολης έφταναν σε 13.800 περίπου, ενώ
1.100 ακόμη πρόσφυγες απογράφηκαν στην Άνω Σύρο. Το ένα τρίτο του συνόλου ήταν Χιώτες, ένα πέμπτο, Σμυρνιοί και Κυδωνιείς μετρήθηκαν και διακόσιοι ξένοι. Στο μεταξύ, η νέα πόλη είχε αποκτήσει όνομα και είχε συγκροτηθεί σε αυτοτελή κοινότητα: από το 1825 η «Επιτροπή των Χίων εν Σύρω» έστελνε εκπρόσωπο της στο Βουλευτικό σώμα και το 1826, συνέλευση των «παροικών» είχε αποφασίσει την ονομασία της πόλης, τον ίδιο χρόνο εκλέχτηκε η πρώτη Δημογεροντία.
Ο προσφυγικός συνοικισμός της Ερμούπολης Σύρου
Αξίζει να δούμε αναλυτικότερα τη δημιουργία της Ερμούπολης στη Σύρο. Αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα ίδρυσης και εξέλιξης ενός αυτοτελούς και ακμαίου προσφυγικού συνοικισμού κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, ο οποίος βασίστηκε στην πρωτοβουλία των οικιστών του, χωρίς κυβερνητική αρωγή. Η περιοχή, που το 1825 πήρε το όνομα Ερμούπολη από τους πρόσφυγες οικιστές της, άρχισε να συγκεντρώνει από το 1821 έως το 1824 Έλληνες πρόσφυγες απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας: Μικρασιάτες, Ψαριανούς, Κρήτες και κυρίως Χίους. Η συμφόρηση που είχε επέλθει στα γειτονικά νησιά, η θέση του λιμανιού και η ουδέτερη στάση που τηρούσε το νησί στα πρώτα χρόνια της
Επανάστασης προκάλεσαν την αθρόα προσέλευση. Οι ντόπιοι Συριανοί κατοικούσαν στην Άνω Σύρο, μακριά από την παραλία, στην οποία συγκεντρώθηκαν οι νεοφερμένοι. Σύντομα η αυξημένη προσέλευση προσφύγων προκάλεσε την επιφυλακτικότητα και, στη συνέχεια, τις αντιδράσεις των ντόπιων, κυρίως λόγω κτηματικών διαφορών. Τη διάσταση υποδαύλιζε επιπλέον η διαφορά δόγματος μεταξύ των καθολικών ντόπιων και των ορθόδοξων προσφύγων.
Η Σύρος και ιδιαίτερα η περιοχή που αργότερα αποτέλεσε την πόλη της Ερμούπολης κατοικήθηκε από πρόσφυγες που κατέφυγαν σ’αυτήν, λόγω της Ελληνικής Επανάστασης (Kolodny 1969: 253),κυρίως από τη Σμύρνη, τις Κυδωνιές, τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους και την Κρήτη. Οι πρόσφυγες στεγάστηκαν αρχικά από τους ντόπιους στην Άνω Σύρο, και συγκεκριμένα στα σπίτια και στις εκκλησίες (Βακαλόπουλος 2001: 60, 67· Τραυλός – Κόκκου 1980: 25).Η γαλλική προστασία, λόγω του καθολικού γηγενούς πληθυσμού της νήσου (Φρόνιμος 1960: 135), η γεωγραφική θέση της Σύρου (στο μέσο του Αιγαίου με ιδανικό φυσικό λιμάνι) και η ουδετερότητά της κατά την Ελληνική Επανάσταση, λόγω των ευνοϊκών συνθηκών και της προστασίας του καθεστώτος των διομολογήσεων, ήταν επόμενο να προσελκύσει στο νησί μεγάλες μάζες προσφύγων (Καρδάσης 1991: 324-25). Η Σύρος πρόσφερε ασφάλεια, που σε συνδυασμό με τα φυσικά της πλεονεκτήματα εξασφάλιζε επικοινωνία με τα άλλα νησιά. Ένας επίσης λόγος που προσέλκυε το νησί
πρόσφυγες, ήταν το γεγονός ότι είχε λίγο γηγενή πληθυσμό και επομένως υπήρχε η δυνατότητα εγκατάστασης και άλλων πληθυσμιακών ομάδων (Καλλέγια 1985: 206).
Οι Κρήτες πρόσφυγες, σε αντίθεση με τις μετακινήσεις προσφύγων από τη Χίο, την Κάσο και τα Ψαρά, κατέφυγαν στην επαναστάτη-μένη Ελλάδα και αργότερα στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, κατά μικρές ή μεγάλες ομάδες, προκειμένου να αποφύγουν τα αντίποινα από τους Τούρκους (Kolodny 1969: 47). Οι ντόπιοι Συριανοί ενίσχυσαν και στέγασαν τους άπορους Κρήτες και τροφοδότησαν και στήριξαν τον επαναστατικό τους αγώνα με κάθε μέσο. Αργότερα, κάτω από τον οικισμό της Άνω Σύρας δημιουργήθηκε από τους πρόσφυγες η Ερμούπολη, και η νέα πόλη στήριξε υλικά, έμψυχα και ηθικά τις επαναστατικές κινητοποιήσεις στην Κρήτη. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα πρώτα χρόνια του εποικισμού της Ερμούπολης χρησιμοποιήθηκε ο όρος «πάροικοι» αντί του όρου «πρόσφυγες», καθώς αυτοί που είχαν καταφύγει στη Σύρο ήδη από την περίοδο 1821-1822 είχαν δημιουργήσει μία στέγη, είχαν μία επαγγελματική απασχόληση και επομένως δεν ήταν πρόσφυγες, υπό την έννοια ανθρώπων που δεν είχαν πού να μείνουν ή να εργαστούν. Από την άλλη, δεν ήταν κάτοικοι, αφού θεωρούσαν την παραμονή τους στη Σύρο προσωρινή. Για να περιγραφεί η ενδιάμεση κατάσταση προσφύγων και κατοίκων, επινοήθηκε ο όρος «πάροικοι» μέχρι την άφιξη του Όθωνα, οπότε η Σύρος διαιρέθηκε σε δύο δήμους. Οι κάτοικοι της Σύρου προσέφεραν τη βοήθειά τους όχι μόνο στους Κρήτες, αλλά και σε όλους όσοι βρήκαν καταφύγιο στο νησί τους.
Η Σύρος δέχτηκε επανειλημμένα πολλούς κατατρεγμένους Έλληνες. Στα 1882 έφτασαν στην Ερμούπολη, όπου και έμειναν για μικρό διάστημα, ομογενείς από την Αίγυπτο, ύστερα από εξέγερση των οπαδών του Αραβή. Με τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 βρήκαν στο νησί καταφύγιο πολλοί Έλληνες από τη Μικρά Ασία και τα γύρω νησιά. Παράλληλα, η προσφορά των Ερμουπολιτών δεν περιορίστηκε μόνο σε Έλληνες, καθώς ενίσχυσαν οικονομικά και τους πλημμυροπαθείς της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας.
Τέλος δεύτερου μέρους. Θα υπάρξει και τρίτο σύντομα.
Γράφει:
Ο δημοσιογράφος και Ιστορικός Παναγιώτης Κουλουμπής