Τετάρτη, 29 Μαρτίου, 2023
No menu items!
ΑρχικήΗ ιστορία που δεν μάθαμεΈνας από τούς καλύτερους "καταραμένους"ποιητές στην Ερμούπολη

Ένας από τούς καλύτερους “καταραμένους”ποιητές στην Ερμούπολη

Μέσα του 1800. Ένας από τους διασημότερους ποιητές της Γαλλικής σχόλης των «καταραμένων» ποιητών επισκέπτεται την Ερμούπολη σαν Δημοσιογράφος αλλά και σαν ποιητής. Ένας Σταρ της εποχής εκείνης γράφει εντυπώσεις, παρατράγουδα και ευτράπελα από την ζωή που σφύζει σαν έκρηξη ζωής και πολιτισμού σε μια Ερμούπολη που εκείνη την εποχή είναι το κέντρο του κόσμου. Κάνει βόλτες παντού. Πάει θέατρο και έχει μια «ιδιαίτερη» συνάντηση με μια Συριανή.

Από τα «κορίτσια» της εποχής εκείνης όπου…….. «Κοκονίτζα! καλί! …» Η Πιο απίστευτη περιγραφή για τα «Κορίτσια» Της Σύρου.

Διαβάστε παρακάτω αυτό το πολύ ενδιαφέρον άρθρο.

O Ζεράρ Λαμπρινί (αυτό ήταν το πραγματικό όνομά του Ζεράρ ντε Νερβάλ είναι ένας από τους βασικούς εισηγητές της θεματικής του γερμανικού Ρομαντισμού στη Γαλλία. Ήταν μια σημαντική φιγούρα της γαλλικής ρομαντισμού και ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους Ποιήτες της λεγόμενης σχόλης των «καταραμένων» Γεννήθηκε στο Παρίσι το 1808). Η παιδική του ηλικία σημαδεύεται από το θάνατο της μητέρας του πού φαίνεται να την αγαπούσε πολύ και από την αυταρχική μορφή του πατέρα του.

Τα γεγονότα αυτά επηρέασαν καταλυτικά την ζωή του, την προσωπικότητά του και προπάντων το έργο του. Σε όλο το έργο του είναι διάχυτη η εξιδανίκευση της μητρικής μορφής και ένα κρυφό μίσος για τον πατέρα.
Το 1822 ξεκίνησε τις σπουδές του στο College Charlemagne και σε ηλικία 20 ετών δημοσίευσε μία μετάφραση του “Φάουστ”, που όχι μόνο απέσπασε τα εγκωμιαστικά σχόλια του Γκαίτε, αλλά και τον ανέδειξε στα γαλλικά γράμματα.

Ο Νερβάλ εξέδωσε αρκετά ποιήματα και θεατρικά έργα.
Λίγα λόγια πριν για να καταλάβετε  τι είναι αυτό που θα διαβάζετε…..

Την περίοδο (το 1843 περίπου..) Ο Ζεράρ ντε Νερβάλ παράλληλα με τις λογοτεχνικές του εργασίες, εργάζεται σαν Δημοσιογράφος και συνεργάζεται με πολλές εφημερίδες σαν ανταποκριτής δημοσιογράφος αλλά και σαν Ταξιδιωτικός δημοσιογράφος και αναλυτής.

Ειδικά αυτή η ιδιότητα ήταν πολύ της μόδας εκείνη την εποχή και την εξασκούσαν πολλοί συγγραφείς, ποιητές και λόγιοι γενικότερα αφού είχαν την δυνατότητα να γράφουν και να χειρίζονται  τον λόγο με τέλεια περιγραφικότητα και είχαν την δυνατότητα να ταξιδεύουν είτε λόγο μιας κάποιας οικονομικής άνεσης είτε λόγο φιλιών που ανέπτυσσαν μεταξύ τους οι Λόγιοι της εποχής εκείνης.

Οι ταξιδιωτικοί αυτή δημοσιογράφοι λοιπόν μετάφεραν εικόνες από χώρες που εκείνη την εποχή φαίνονταν πολύ μακρινές, παράξενες, μυστηριώδης και γοητευτικές.

Αργότερα αυτό εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο και διάσημο περιοδικό που είχε αυτό ακριβώς. Συνεργάτες Συγγραφείς, ποιητές. Επαγγελματίες φωτογράφους και επαγγελματίες ταξιδευτές που μετέφεραν τις εμπειρίες τους από κάθε γωνιά του Πλανήτη.. Το περιβόητο Νational Geographic Magazine.

Για να ξαναγυρίσουμε λοιπόν στον Ζεράρ ντε Νερβάλ …αποτέλεσμα αυτών των συνεργασιών ήταν να ταξιδέψει αρκετά και κατά μεγάλο μέρος τα ταξίδια αυτά ήταν στην Ευρώπη και την Ανατολή. Αυτήν την περίοδο της ζωής του περνά και από την Σύρο και μένει στην Ερμούπολη για λίγες ήμερες και μας μεταφέρει μερικές εικόνες της εποχής εκείνης που χωρίς αυτόν δεν θα είχαμε την παραμικρή ιδέα ότι μπορούσαν να συμβαίνουν.
Ο ΖΕΡΑΡ ΝΤΕ ΝΕΡΒΑΛ ΣΤΗ ΣΥΡΟ….

 

12688199_746564488811213_1349886096048819248_n

Ο Ζεράρ ντε Νερβάλ καταγράφει και αποτυπώνει την εμπειρία του αυτή από το πολύ σύντομο πέρασμα του από τη Σύρο κατά τη διάρκεια των ταξιδιών αυτών στο βιβλίο του «Ταξίδι στην Ανατολή»:

Σημειώνει μάλιστα το πολύ ενδιαφέρον…… «δεν θεωρώ τον εαυτό μου δεινό ελληνιστή»

Ας διαβάσουμε τα ενδιαφέροντα  που μας μεταφέρει λοιπόν ο Ζεράρ ντε Νερβάλ . Θα συνέστησα  στους αναγνώστες μου να αφήσουν λίγο τον εαυτό τους να ταξιδέψει προς τα πίσω. Θεωρείστε ότι είστε κάτοικοι και πολίτες όχι του 2016 στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.. αλλά κάτοικοι και πολίτες μιας Ευρώπης την χρονική περίοδο μεταξύ του 1840 – 1850. Έτσι θα διασκεδάσετε και θα καταλάβετε  πολύ περισσότερο αυτά τα πολύ ωραία που μας περιγράφει ο Ζεράρ ντε Νερβάλ

Στην Ερμούπολη.

Στην περιοχή Μύλοι στην Ερμούπολη (διακρίνονται τα απομεινάρια τους στα δεξιά στην φωτογραφία που υπάρχει στο ένθετο άλμπουμ.)

«Ενώ κατέβαινα πάλι προς το λιμάνι, μου έτυχε μια παράξενη περιπέτεια μέσα σ’ έναν από τους μύλους με τα έξι φτερά που διακοσμούν τόσο αλλόκοτα τα υψώματα όλων των ελληνικών νησιών. Ένας ανεμόμυλος με έξι φτερά να χτυπούν χαρούμενα τον αέρα, σαν τα μακριά διάφανα φτερά των τζιτζικιών, βλάπτει πολύ λιγότερο την προοπτική από ό,τι οι απαίσιοι μύλοι της Πικαρδίας ωστόσο και τούτοι παρουσιάζουν μέτριο θέαμα μπροστά στα επιβλητικά ερείπια της αρχαιότητας. Δεν είναι θλιβερό να σκέφτεσαι ότι η ακτή της Δήλου είναι γεμάτη ανεμόμυλους; Οι μύλοι είναι και η μοναδική σκιά αυτών των άγονων τόπων που ήταν άλλοτε σκεπασμένοι με ιερά δάση.

 

12661845_746564388811223_7945973597510096332_n

«Κοκονίτζα! καλί! …» Η Πιο απίστευτη περιγραφή για τα «Κορίτσια» Της Σύρου.

Καθώς κατέβαινα από την παλιά Σύρα προς την νέα πόλη η οποία έχει χτιστεί στην παραλία, πάνω στα ερείπια της αρχαίας Ερμούπολης, θέλησα να ξεκουραστώ στη σκιά ενός από αυτούς τους μύλους που το ισόγειό τους είναι συνήθως καπηλειό. Μπροστά στην πόρτα υπάρχουν τραπέζια και σου σερβίρουν, μέσα σε μποτίλιες ντυμένες με ψάθα, ένα μέτριο κοκκινέλι που μυρίζει κατράμι και πετσί μια γριά πλησιάζει στο τραπέζι που κάθομαι και μου λέει: Κοκονίτζα! καλί!*… Είναι γνωστό ότι τα νέα ελληνικά είναι πολύ πιο κοντά στ’ αρχαία από ό,τι νομίζουμε. Αυτό το διαπιστώνουμε και από τις εφημερίδες που, αν και οι περισσότερες είναι γραμμένες στ’ αρχαία, τις καταλαβαίνουν όλοι… Δεν θεωρώ τον εαυτό μου δεινό ελληνιστή, κατάλαβα όμως καλά από τη δεύτερη λέξη ότι επρόκειτο για κάτι ωραίο. Όσο για το ουσιαστικό κοκονίτζα, άδικα αναζήτησα τη ρίζα του στη μνήμη μου, δεν είχε συγκρατήσει άλλο από μερικά κλασικά δεκάστιχα του Λανσελό.

Στο κάτω κάτω, αναλογίστηκα, αυτή η γυναίκα βλέπει ότι είμαι ξένος και θέλει να μου δείξει κανένα ερείπιο ή κανένα άλλο αξιοθέατο. Ίσως πάλι να φέρνει κάνα ερωτικό ραβασάκι, αφού βρισκόμαστε στην Ανατολή, τη χώρα της περιπέτειας.
Και καθώς μου έκανε νόημα να την ακολουθήσω, την πήρα το κατόπι. Με οδήγησε λίγο πιο πέρα σ’ έναν άλλο μόλο. Αυτό δεν ήταν πια καπηλειό: κάτι που έμοιαζε με άγρια φυλή αποτελούμενη από εφτά οχτώ κακοντυμένα ύποπτα άτομα είχε καταλάβει το εσωτερικό της κάτω αίθουσας. Μερικοί κοιμόνταν, άλλοι έπαιζαν κότσια. Αυτή η οικογενειακή σκηνή δεν είχε τίποτα το χαριτωμένο. Η γριά μου έγνεψε να μπω. Μαντεύοντας περίπου τον προορισμό του ιδρύματος έδειξα ότι ήθελα να ξαναγυρίσω στην τίμια ταβέρνα όπου με είχε συναντήσει. Με κράτησε από το χέρι φωνάζοντας ξανά: Κοκονίτζα! Κοκονίτζα! και βλέποντας την απέχθεια που μου προκαλούσε η ιδέα να μπω στο σπίτι, μου έγνεψε να μείνω εκεί όπου στεκόμουν.

 

12705250_746564555477873_5145002698131970790_n

Τραβήχτηκε λίγο πιο πέρα κι έμοιαζε να έχει στήσει καρτέρι πίσω απόνα φράχτη με φραγκοσυκιές στην άκρη του μονοπατιού που οδηγούσε στην πόλη. Κάπου κάπου περνούσαν μερικές χωριατοπούλες κουβαλώντας μεγάλα χάλκινα δοχεία, στον γοφό τους αν ήταν άδεια, στο κεφάλι αν ήτανε γεμάτα. Πηγαινόρχονταν σε μια πηγή που βρισκόταν εκεί κοντά. Αργότερα έμαθα πως ήταν η μοναδική πηγή του νησιού. ‘Άξαφνα η γριά άρχισε να σφυρίζει, μια χωρική σταμάτησε και πέρασε βιαστικά μέσα από ένα άνοιγμα του φράχτη. Με μιας κατάλαβα το νόημα της λέξης κοκονίτζα! Επρόκειτο για κάποιας λογής κυνήγι κοριτσιών. Η γριά σφύριζε… σίγουρα την ίδια μελωδία που σφύριξε ο γέρο-όφις κάτω από το δέντρο του κακού… και μία άμοιρη χωρική έπεσε στην παγίδα.. Στα ελληνικά νησιά όσες γυναίκες βγαίνουν από το σπίτι τους καλύπτουν το πρόσωπό τους λες και βρίσκονται σε τουρκότοπο. Ομολογώ ότι δε θα με δυσαρεστούσε, για μία μέρα που περνούσα στην Ελλάδα, να δω τουλάχιστον ένα γυναικείο πρόσωπο. Ωστόσο, αυτή η απλή περιέργεια ενός ταξιδιώτη, δεν ήταν κιόλας ένα είδος συναίνεσης στο παιχνίδι της απαίσιας γριάς; Η νεαρή γυναίκα στεκόταν αμήχανη και φαινόταν να τρέμει’ ίσως και να ήταν η πρώτη φορά που ενέδιδε στον πειρασμό ο οποίος την παραμόνευε πίσω από τούτο τον μοιραίο φράχτη! Η γριά σήκωσε τη μίζερη γαλάζια μαντίλα της χωρικής. Είδα ένα πρόσωπο χλωμό, κανονικό, με μάτια κάμποσο άγρια’ Μο χοντρές μαύρες πλεξούδες έζωναν το κεφάλι της, σαν τουρμπάνι. Δεν υπήρχε πάνω της τίποτα από την επικίνδυνη γοητεία της αρχαίας εταίρας και μέσα σ’ όλα, γύριζε κάθε τόσο ανήσυχα κατά τα χωράφια λέγοντας: Ο άνδρος μου! Ο άνδρος μου!* Ολόκληρη η στάση της ανάδινε περισσότερο τη μιζέρια παρά τον έρωτα. Ομολογώ ότι δεν έκανα μεγάλη προσπάθεια για ν’ αντισταθώ στη γοητεία της. Της έπιασα το χέρι, της έβαλα μέσα τρεις δραχμές και της έγνεψα ότι μπορούσε να ξανακατεβεί στο μονοπάτι.

Μια στιγμή φάνηκε να διστάζει, ύστερα, φέρνοντας το χέρι στα μαλλιά, τράβηξε από τις πλεξούδες της οι οποίες τυλίγονταν γύρω στο κεφάλι, ένα φυλαχτό σαν εκείνα που φορούν όλες oι γυναίκες της Ανατολής και μου το ‘δωσε λέγοντας μία λέξη την οποία δεν κατάλαβα. Ήταν ένα μικρό όστρακο από αρχαίο αγγείο ή λύχνο, που θα το είχε δίχως άλλο μαζέψει από τα χωράφια, τυλιγμένο σ’ ένα κομμάτι κόκκινο χαρτί και που πάνω του μου φάνηκε πως ξεχώρισα μια μικρή μορφή θεότητας πάνω σε άρμα φτερωτό, ανάμεσα σε φίδια. Κατά τ’ άλλα το ανάγλυφο ήταν τόσο φθαρμένο ώστε μπορούσες να δεις ό,τι ήθελες…

 

12654377_746564375477891_4165996518685091726_n

Ας ελπίσουμε ότι θα μου φέρει γούρι στο ταξίδι μου.»

Στο θέατρο Απόλλων της εποχής εκείνης. Μια υπέρσπάνια περιγραφή.
[….] «Όταν ξανακατέβηκα στο λιμάνι, είδα μερικές αφίσες που διαφήμιζαν την τραγωδία Μάρκος Μπότσαρης του Αλέκου Σκότσου και στη συνέχεια κάποιο μπαλέτο, όλα αυτά τυπωμένα στα ιταλικά για την εξυπηρέτηση των ξένων. Αφού δείπνησα στο ξενοδοχείο της Αγγλίας, σε μια μεγάλη αίθουσα διακοσμημένη με ταπετσαρία που παρίστανε διάφορες μορφές, ζήτησα να με οδηγήσουν στο Καζίνο, όπου θα δινόταν η παράσταση. Στην είσοδο υπήρχε κάτι σαν ταμείο για πίπες όπου οι θεατές πριν μπουν μέσα άφηναν τα μεγάλα τσιμπούκια τους από ξύλο κερασιάς: οι ντόπιοι δεν καπνίζουν πια στο θέατρο για να μην ενοχλούν τους Άγγλους περιηγητές που κρατούν τα καλύτερα θεωρεία.

 

 

12651245_746567608810901_6145136664742261414_n

Σημείωση η επισήμανση δική μου: Σήμερα όπου πηγαίνει κάνεις στην Σύρο το κάπνισμα παρ όλο που υπάρχει αντικαπνιστικός νόμος επιτρέπεται θρασύτατα χωρίς ίχνος σεβασμού σε άρρωστους, μη καπνιστές παιδιά και γενικά όσους δεν έχουν το κάπνισμα τρόπο ζωής.

Μερικές ΒΑΣΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ διαφορές μεταξύ ων παλιών και νέων Ερμουπολιτων) Και Συνεχίζει ο Gérard de Nerval «Δεν υπήρχαν παρά μόνο άντρες, καθώς και μερικές γυναίκες ξένες. Περίμενα με ανυπομονησία να σηκωθεί η αυλαία για να κρίνω την απαγγελία των ηθοποιών. Το έργο άρχισε με μια εισαγωγική σκηνή ανάμεσα στον Μπότσαρη και ένα Παλικάρι, τον μπιστικό τοu. Η στομφώδης απαγγελία και οι λαρυγγισμοί τους δεν θα μου είχαν επιτρέψει να καταλάβω το νόημα των στίχων, ακόμα και αν είχα τις απαιτούμενες γνώσεις ύστερα, οι Έλληνες προφέρουν το ήτα ι, το θήτα ζ, το βήτα β, το ύψιλον u, και ούτω καθεξής. Έτσι φαίνεται πως θα ήταν η αρχαία προφορά, στο πανεπιστήμιο όμως μας τα διδάσκoυv αλλιώτικα.»

Στη δεύτερη πράξη εμφανίστηκε ο Μουσταή πασάς, ανάμεσα στις γυναίκες του χαρεμιού του, που ήταν άντρες ντυμένοι οδαλίσκες. Φαίνεται ότι στην Ελλάδα δεν επιτρέπεται στις γυναίκες να βγαίνουν στο θέατρο. Αλλόκοτα ήθη! Καθώς παρακολουθούσα την εξέλιξη του έργου άρχισα να καταλαβαίνω σιγά σιγά ότι ο Μάρκος Μπότσαρης ήταν ένας νέος Λεωνίδας που, με τα τριακόσια παλικάρια τοu, ξαναζωντάνευε το έπος των τριακοσίων Σπαρτιατών. Το κοινό χειροκροτούσε ζωηρά αυτό το ελληνικό δράμα που, αφού εκτυλίχτηκε σύμφωνα με τους κλασικούς κανόνες, τελείωσε μέσα σε τουφεκιές.

Φεύγοντας…
Ξαναγύρισα στο ατμόπλοιο και απόλαυσα το μοναδικό θέαμα της πυραμιδωτής πόλης, που ήταν φωτισμένη ως τα πιο ψηλά σπίτια της. Ήταν αληθινά bαbylonian, όπως θα ‘λεγε κι ένας Εγγλέζος. Άφησα στη Σύρα το αυστριακό καράβι και επιβιβάστηκα στο γαλλικό Λεωνίδας που φεύγει για την Αλεξάνδρεια: το ταξίδι κρατάει τρεις μέρες.

 

12651365_746564572144538_6487354409869780303_n

Για την Ιστορία …..
Το 1835, ιδρύει την περιοδική έκδοση “Monde dramatique”, που έχει σύντομο και άσχημο τέλος για το συγγραφέα. Αφορμή αυτής της έκδοσης πρέπει να ήταν ο ενθουσιασμός του για την ηθοποιό Τζένι Κολόν, που την ερωτεύεται και που τα χρόνια 1837-1838 έχει μαζί της μια περίεργη σχέση, ανάμεσα φιλίας και έρωτα, ανάμεσα ευτυχισμένου πάθους και μαζοχιστικής καρτερίας.
Το 1841, παθαίνει την πρώτη κρίση τρέλας. Ορισμένοι φίλοι του βιάζονται με δημοσιεύματα σε εφημερίδες να του “εκφωνήσουν” τον πνευματικό επικήδειο. Τη βιασύνη τους αυτή ο Νερβάλ την εκδικείται με το γράψιμο, αλλά και με την περιπετειώδη ζωή που εξακολουθεί να κάνει. Είναι περίεργο: τα καλύτερα έργα του, (Σιλβί, Χίμαιρες, Αγγελική, Αυρηλία, Πανδώρα, διάφορτα ταξιδιωτικά και άλλα) ανάγονται σε αυτή την περίοδο της ζωής του, που τα γραφτά του τη θέλουν βουτηγμένη στην οδύνη και στις διαρκείς εκρήξεις του ονείρου.
[….] Την 1η Γενάρη 1855, στο Revue de Paris, δημοσιεύεται το πρώτο μέρος της Αυρηλίας. Είκοσι πέντε μέρες μετά, ο Νερβάλ αυτοκτονεί. Το δεύτερο μέρος βλέπει το φως, στο ίδιο περιοδικό, είκοσι μέρες μετά την αυτοκτονία.
Πέρασαν χρόνια. Ο Νερβάλ ξεχάστηκε. Με τα φώτα των σουρεαλιστών ξαναφάνηκε. Τόσο αυτός όσο και ο Σαντ. Δύο από τους μεγαλύτερους τεχνίτες του φανταστικού.

 

12661973_746564392144556_1231130395206935266_n

Πηγή: Aπό το βιβλίο Ζεράρ ντε Νερβάλ – Ταξίδι στην Ανατολή Μετάφραση Πωλίνα Πεφάνη, Εκδόσεις Στοχαστής, Δυο Φωτογραφίες από το syrosagenda (Τους ευχαριστώ πολύ…!) Διαδικτυακές πηγές και βιβλιοθήκες.

Γράφει:Ο δημοσιογράφος και Ιστορικός Παναγιώτης Κουλουμπής

http://www.alithinesgynaikes.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Advertisingspot_img

Δημοφιλη αρθρα